Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Girlboss
01
φιλόδοξη γυναίκα αφεντικό, αποφασιστική επιχειρηματίας
a confident, ambitious woman who takes charge of her career or life, often celebrating empowerment and leadership
Παραδείγματα
That girlboss just closed a huge deal at work.
Αυτή η girlboss μόλις έκλεισε μια τεράστια συμφωνία στη δουλειά.
Everyone admires the girlboss who started her own company.
Όλοι θαυμάζουν την girlboss που ίδρυσε τη δική της εταιρεία.



























