LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Afterpains
/ˈaftəpˌeɪnz/
/ˈæftɚpˌeɪnz/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "afterpains"
Afterpains
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
pains felt by a woman after her baby is born; associated with contractions of the uterus
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
afternoon tea
afternoon
aftermost
aftermath
aftermarket
afterpiece
afters
aftersensation
aftershaft
aftershafted
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App