LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Chain up
/tʃˈeɪn ˈʌp/
/tʃˈeɪn ˈʌp/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "chain up"
to chain up
ΡΉΜΑ
01
tie up with chains
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
chain tongs
chain store
chain stitch
chain saw
chain reactor
chain wrench
chain-link fence
chain-smoke
chain-smoker
chained
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App