Carrier wave
volume
British pronunciation/kˈaɹɪə wˈeɪv/
American pronunciation/kˈæɹɪɚ wˈeɪv/

Ορισμός και Σημασία του "carrier wave"

01

a radio wave that can be modulated in order to transmit a signal

word family

carrier wave

carrier wave

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store