LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
By memory
/baɪ mˈɛməɹˌi/
/baɪ mˈɛmɚɹi/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "by memory"
by memory
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
by committing to memory
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
by means of
by marriage
by machine
by luck
by leaps and bounds
by mistake
by nature
by no means
by reason of
by right of office
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App