Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Badminton player
01
παίκτης του μπάντμιντον, μπάντμιντον
an athlete who competes professionally in the sport of badminton
Παραδείγματα
The badminton player won the championship with a powerful smash.
Ο παίκτης του μπάντμιντον κέρδισε το πρωτάθλημα με ένα δυνατό smash.
She is known for her agility and speed as a badminton player.
Είναι γνωστή για την ευκινησία και την ταχύτητά της ως παίκτρια μπάντμιντον.



























