Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
auditoder
/ˈɔːdɪtəɹˌi pɹˈəʊsɛsɪŋ dɪsˈɔːdə/
Auditory processing disorder
01
διαταραχή ακουστικής επεξεργασίας, διαταραχή επεξεργασίας ακουστικών πληροφοριών
a condition where individuals have difficulty understanding and interpreting auditory information despite having normal hearing abilities
Παραδείγματα
Auditory processing disorder is a condition where individuals struggle to interpret and make sense of auditory information, often leading to difficulties in communication and learning.
Η διαταραχή ακουστικής επεξεργασίας είναι μια κατάσταση κατά την οποία τα άτομα δυσκολεύονται να ερμηνεύσουν και να κατανοήσουν τις ακουστικές πληροφορίες, γεγονός που συχνά οδηγεί σε δυσκολίες στην επικοινωνία και τη μάθηση.
Children with auditory processing disorder may have trouble following directions, distinguishing between similar sounds, and understanding speech in noisy environments.
Τα παιδιά με διαταραχή ακουστικής επεξεργασίας μπορεί να έχουν δυσκολία στην εκτέλεση οδηγιών, στη διάκριση παρόμοιων ήχων και στην κατανόηση ομιλίας σε θορυβώδη περιβάλλοντα.



























