Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Computer lab
01
αίθουσα υπολογιστών, εργαστήριο υπολογιστών
a space equipped with computers and technology for educational or training purposes
Παραδείγματα
Students use the computer lab to complete assignments and research.
Οι μαθητές χρησιμοποιούν τον υπολογιστικό χώρο για να ολοκληρώσουν εργασίες και να κάνουν έρευνα.
She attends programming classes in the computer lab.
Παρακολουθεί μαθήματα προγραμματισμού στο εργαστήριο υπολογιστών.



























