Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
get screwed
01
Άντε στο διάολο, Γαμήσου
used to express contempt, disregard, or to dismiss someone or their ideas entirely
Παραδείγματα
You think you can manipulate me? Get screwed!
Νομίζεις ότι μπορείς να με χειραγωγήσεις; Άντε γαμήσου!
You 've been lying to me all this time. Get screwed!
Μου έλεγες ψέματα όλο αυτό το διάστημα. Γαμήσου !



























