Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
homuncular
01
ομονκουλικός, σχετικός με ομονκούλιο
resembling or related to a small, artificially created human or humanoid figure, often used in a metaphorical sense
Παραδείγματα
The scientist 's experiment involved creating a homuncular model to study human development.
Το πείραμα του επιστήμονα περιλάμβανε τη δημιουργία ενός ομονκουλικού μοντέλου για τη μελέτη της ανθρώπινης ανάπτυξης.
In the fantasy novel, the wizard conjured a homuncular servant to assist him with his tasks.
Στο μυθιστόρημα φαντασίας, ο μάγος επικαλέστηκε έναν ομονκουλικό υπηρέτη για να τον βοηθήσει με τις εργασίες του.



























