Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
zigzagged
01
ζιγκ ζαγκ, ελιγμούς
having a zigzag or back-and-forth pattern, with sharp and alternating angles or turns
Λεξικό Δέντρο
zigzagged
zigzag
zig
zag
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ζιγκ ζαγκ, ελιγμούς
Λεξικό Δέντρο
zig
zag