LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Transfeminine
/tɹansfˈɛmɪnɪn/
/tɹænsfˈɛmɪnɪn/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "transfeminine"
Transfeminine
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
τρανσθηλυκό
an individual, typically assigned male at birth, who identifies with femininity
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App