Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
in excess of
01
πάνω από, περισσότερο από
used to indicate a quantity or amount that surpasses a specified limit
Παραδείγματα
The cost of the project is estimated to be in excess of $ 1 million.
Το κόστος του έργου εκτιμάται ότι είναι πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια.
The company reported profits in excess of 20 % last quarter.
Η εταιρεία ανέφερε κέρδη υπερβαίνοντα το 20% το προηγούμενο τρίμηνο.



























