Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
water meter key
/wˈɔːɾɚ mˈiːɾɚ kˈiː/
/wˈɔːtə mˈiːtə kˈiː/
Water meter key
01
κλειδί υδρομέτρησης, εργαλείο για υδρομέτρηση
a specialized tool used to access and operate water meters typically found in outdoor meter pits or boxes
Παραδείγματα
The plumber used a water meter key to turn off the water supply before beginning the repair.
Ο υδραυλικός χρησιμοποίησε ένα κλειδί μετρητή νερού για να κλείσει την παροχή νερού πριν ξεκινήσει την επισκευή.
The worker arrived with a water meter key to check the meter reading for the building.
Ο εργάτης έφτασε με ένα κλειδί υδρομέτρου για να ελέγξει την ένδειξη του μετρητή του κτιρίου.



























