take a test
volume

Ορισμός και Σημασία του "[take] a (test|exam)"

to take a test
01

to participate in and complete an examination or assessment

to [take] a (test|exam) definition and meaning
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store