Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Stuffed toy
01
παιχνίδι με γέμιση, λεκέ δώρο
a toy that usually looks like an animal and is covered and filled with soft materials
Παραδείγματα
She carries her favorite stuffed toy everywhere she goes.
Παίρνει παντού μαζί της το αγαπημένο της λεκέ παιχνίδι.
The store had a huge selection of stuffed toys for all ages.
Το κατάστημα είχε μια τεράστια ποικιλία από γατούλες για όλες τις ηλικίες.



























