Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
social inequality
/ˈsoʊʃəl ˌɪnɪˈkwɑlɪti/
/ˈsəʊʃəl ˌɪnɪˈkwɒlɪti/
Social inequality
01
κοινωνική ανισότητα, κοινωνική αδικία
the unjust and unequal distribution of wealth and opportunities in a society, often based on factors such as race, gender, ethnicity, etc.
Παραδείγματα
Addressing social inequality requires systemic changes in policies and practices to ensure fair treatment and equal opportunities for all members of society.
Η αντιμετώπιση της κοινωνικής ανισότητας απαιτεί συστημικές αλλαγές στις πολιτικές και τις πρακτικές για να διασφαλιστεί η δίκαιη μεταχείριση και οι ίσες ευκαιρίες για όλα τα μέλη της κοινωνίας.
Social inequality often intersects with other forms of discrimination, such as racism, sexism, and ageism, exacerbating disparities and reinforcing power imbalances.
Η κοινωνική ανισότητα συχνά τέμνεται με άλλες μορφές διακρίσεων, όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός και ο ηλικισμός, επιδεινώνοντας τις ανισότητες και ενισχύοντας τις ανισορροπίες εξουσίας.



























