LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Mouthy
/mˈaʊθi/
/ˈmaʊθi/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "mouthy"
mouthy
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
στοματικός
talking a lot and expressing one's opinions forcefully, especially in a rude and offensive way
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App