Blustering
volume
British pronunciation/blˈʌstəɹɪŋ/
American pronunciation/ˈbɫəstɝɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "blustering"

blustering
01

having a forceful or overly assertive manner

word family

bluster

bluster

Verb

blustering

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store