Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Woodlet
01
μικρό καλλιεργημένο δάσος, κήπος που αποτελείται από ένα μικρό καλλιεργημένο δάσος χωρίς υποβλάστηση
garden consisting of a small cultivated wood without undergrowth
Λεξικό Δέντρο
woodlet
wood
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
μικρό καλλιεργημένο δάσος, κήπος που αποτελείται από ένα μικρό καλλιεργημένο δάσος χωρίς υποβλάστηση
Λεξικό Δέντρο