LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Blossom out
/blˈɒsəm ˈaʊt/
/blˈɔsəm ˈaʊt/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "blossom out"
to blossom out
ΡΉΜΑ
01
develop or come to a promising stage
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
blossom forth
blossom
blooper
bloomsbury group
bloomsbury
blossoming
blot
blot copybook
blot out
blotch
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App