LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Walking on air
/wˈɔːkɪŋ ˌɒn ˈeə/
/wˈɔːkɪŋ ˌɑːn ˈɛɹ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "walking on air"
Walking on air
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a state of extreme happiness
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
walking horse
walking holiday
walking delegate
walking
walkie-talkie
walking papers
walking shoe
walking stick
walkingstick
walkman
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App