LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Wage floor
/wˈeɪdʒ flˈɔː/
/wˈeɪdʒ flˈoːɹ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "wage floor"
Wage floor
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
floor below which wages are not allowed to fall
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
wage earner
wage concession
wage claim
wage
wagashi
wage freeze
wage hike
wage increase
wage scale
wage schedule
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App