LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Black lead
/blˈak lˈiːd/
/blˈæk lˈiːd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "black lead"
Black lead
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
used as a lubricant and as a moderator in nuclear reactors
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
black lady
black knot
black knight
black knapweed
black kite
black letter
black lotion
black lung
black lung disease
black magic
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App