Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
bit by bit
01
σιγά σιγά, λιγάκι λιγάκι
in small steps or portions; not all at once
Παραδείγματα
She saved money bit by bit until she could afford a new car.
Εξοικονομούσε χρήματα λιγάκι λιγάκι μέχρι που μπόρεσε να αγοράσει ένα καινούριο αυτοκίνητο.
The team built the project bit by bit, ensuring every detail was perfect.
Η ομάδα κατασκεύασε το έργο βήμα βήμα, διασφαλίζοντας ότι κάθε λεπτομέρεια ήταν τέλεια.
02
λιγάκι λιγάκι, σταδιακά
a little bit at a time



























