LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Titanium oxide
/taɪtˈeɪniəm ˈɒksaɪd/
/taɪtˈeɪniəm ˈɑːksaɪd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "titanium oxide"
Titanium oxide
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a white powder used as a pigment for its high covering power and durability
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
titanium dioxide
titanium
titanic oxide
titanic acid
titanic
titanosaur
titanosaurian
titanosauridae
titanosaurus
titchy
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App