Time slot
volume
British pronunciation/tˈaɪm slˈɒt/
American pronunciation/tˈaɪm slˈɑːt/

Ορισμός και Σημασία του "time slot"

01

a time assigned on a schedule or agenda

word family

time slot

time slot

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store