Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Tiddler
01
μικρό ψάρι, πολύ μικρό ψάρι
a very small fish, typically a minnow or a stickleback
Dialect
British
02
παιδί, νεαρός/νεαρή
a young person of either sex
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
μικρό ψάρι, πολύ μικρό ψάρι
παιδί, νεαρός/νεαρή