LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Steam pipe
/stˈiːm pˈaɪp/
/stˈiːm pˈaɪp/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "steam pipe"
Steam pipe
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a pipe conducting steam
word family
steam pipe
steam pipe
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
steam organ
steam mop
steam locomotive
steam line
steam iron
steam room
steam shovel
steam train
steam tricycle
steam turbine
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App