LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Bench clamp
/bˈɛntʃ klˈamp/
/bˈɛntʃ klˈæmp/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "bench clamp"
Bench clamp
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a clamp used to hold work in place on a workbench
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
bench
benadryl
ben jonson
ben hecht
ben
bench hook
bench lathe
bench mark
bench press
bench vise
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App