Sprayer
volume
British pronunciation/spɹˈe‍ɪɐ/
American pronunciation/ˈspɹeɪɝ/

Ορισμός και Σημασία του "sprayer"

01

a dispenser that turns a liquid (such as perfume) into a fine mist

02

a worker who applies spray to a surface

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store