LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Bellingham
/bˈɛlɪŋəm/
/ˈbɛɫɪŋˌhæm/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "bellingham"
Bellingham
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a town in northwestern Washington on a bay near the Canadian border
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
belling
belligerently
belligerent
belligerency
belligerence
bellini
bellis
bellis perennis
bellman
bellow
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App