Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Small fry
01
μικρός, παιδί
a young person of either sex
02
μικρό ψάρι, ασήμαντο πρόσωπο
someone who is small and insignificant
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
μικρός, παιδί
μικρό ψάρι, ασήμαντο πρόσωπο