LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Shoe polish
/ʃˈuː pˈɒlɪʃ/
/ʃˈuː pˈɑːlɪʃ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "shoe polish"
Shoe polish
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a substance used to produce a shiny protective surface on footwear
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
shoe organizer
shoe leather
shoe lace
shoe is on the other foot
shoe industry
shoe rack
shoe repairing
shoe shop
shoe store
shoe string
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App