Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Sea level
01
επίπεδο της θάλασσας, μηδενικό υψόμετρο
the average height of the surface of the ocean in relation to the land, measured over a specific period of time
Παραδείγματα
The city is located 50 meters above sea level.
Η πόλη βρίσκεται 50 μέτρα πάνω από την στάθμη της θάλασσας.
Rising sea levels are a concern due to climate change.
Η αύξηση της στάθμης της θάλασσας είναι ανησυχητική λόγω της κλιματικής αλλαγής.



























