Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
sapodilla plum
/sˌæpədˈɪlə plˈʌm/
/sˌapədˈɪlə plˈʌm/
Sapodilla plum
01
σαποτίλα, δαμάσκηνο σαποτίλα
tropical fruit with a rough brownish skin and very sweet brownish pulp
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
σαποτίλα, δαμάσκηνο σαποτίλα