Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Salad dressing
01
σάλτσα σαλάτας, αρωματισμός σαλάτας
a mixture of ingredients that is typically added to salads or other dishes to enhance their flavor and texture
Παραδείγματα
The restaurant offers a variety of salad dressings, allowing you to customize your salad to your liking.
Το εστιατόριο προσφέρει μια ποικιλία από σάλτσες σαλάτας, επιτρέποντάς σας να προσαρμόσετε τη σαλάτα σας σύμφωνα με τις προτιμήσεις σας.
We discovered a new salad dressing recipe that combines honey and mustard for a perfect balance of sweet and tangy flavors.
Ανακαλύψαμε μια νέα συνταγή για σάλτσα σαλάτας που συνδυάζει μέλι και μουστάρδα για μια τέλεια ισορροπία γλυκιάς και ξινής γεύσης.



























