LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Rough sledding
/ɹˈʌf slˈɛdɪŋ/
/ɹˈʌf slˈɛdɪŋ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "rough sledding"
Rough sledding
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a difficulty that can be overcome with effort
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
rough rider
rough pea
rough out
rough justice
rough in
rough up
rough water
rough-and-tumble
rough-cut
rough-dry
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App