LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Quick time
/kwˈɪk tˈaɪm/
/kwˈɪk tˈaɪm/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "quick time"
Quick time
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a normal marching pace of 120 steps per minute
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
quick temper
quick study
quick on feet
quick off the mark
quick march
quick time event
quick-change
quick-drying
quick-eared
quick-freeze
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App