Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Power loom
01
μηχανικός αργαλειός, αργαλειός με μηχανική κίνηση
a mechanical device used in weaving fabric, which makes the process faster and more efficient than hand weaving
Παραδείγματα
Many factories replaced handlooms with power looms to increase output.
Πολλά εργοστάσια αντικατέστησαν τα χειροποίητα αργαλειούς με μηχανικούς αργαλειούς για να αυξήσουν την παραγωγή.
Power looms helped produce large quantities of cloth at a much lower cost.
Οι μηχανικοί αργαλειοί βοήθησαν στην παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων υφάσματος σε πολύ χαμηλότερο κόστος.



























