LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Pearmain
/pˈiəmeɪn/
/pˈɪɹmeɪn/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "pearmain"
Pearmain
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
any of several varieties of apples with red skins
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
pearly-white
pearly-shelled mussel
pearly razorfish
pearly nautilus
pearly everlasting
pearson product-moment correlation coefficient
peary
peasant
peasanthood
peasantry
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App