LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Nuclear chemistry
/njˈuːkliə kˈɛmɪstɹi/
/nˈuːklɪɹ kˈɛmɪstɹi/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "nuclear chemistry"
Nuclear chemistry
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the chemistry of radioactive substances
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
nuclear chemist
nuclear cataract
nuclear accident
nuclear
nucifraga columbiana
nuclear club
nuclear deterrent
nuclear energy
nuclear engineering
nuclear explosion
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App