Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
at one time
01
κάποτε, παλιά
a systematic method of diagnosing a disorder (e.g., headache) that lacks unique symptoms or signs
02
ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή
simultaneously
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
κάποτε, παλιά
ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή