LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Metrestick
/mˈiːtəstˌɪk/
/mˈiːɾɚstˌɪk/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "metrestick"
Metrestick
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a rule one meter long (usually marked off in centimeters and millimeters)
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
metrazol shock treatment
metrazol shock therapy
metrazol shock
metrazol
metralgia
metric
metric capacity unit
metric function
metric grain
metric hundredweight
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App