LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Associate in nursing
/ɐsˈəʊsɪˌeɪt ɪn nˈɜːsɪŋ/
/ɐsˈoʊsɪˌeɪt ɪn nˈɜːsɪŋ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "associate in nursing"
Associate in nursing
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
an associate degree in nursing
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
associate in arts
associate in applied science
associate degree
associate
associableness
associate professor
associated state
associateship
association
association area
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App