lunchtime
lunch
ˈlʌnʧ
λαντσ
time
ˌtaɪm
ταιμ
British pronunciation
/ˈlʌnʧˌtaɪm/

Ορισμός και σημασία του "lunchtime"στα αγγλικά

01

ώρα του γεύματος, μεσημεριανή ώρα

the time in the middle of the day when we eat lunch
lunchtime definition and meaning
example
Παραδείγματα
Lunchtime is my favorite part of the school day.
Η ώρα του γεύματος είναι το αγαπημένο μου μέρος της σχολικής ημέρας.
My lunchtime is later than most people's because of my work schedule.
Η ώρα του γεύματός μου είναι αργότερα από τους περισσότερους ανθρώπους λόγω του ωραρίου μου.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store