Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Luminescence
01
φωταύγεια, κρύο φως
light not due to incandescence; occurs at low temperatures
02
φωταύγεια, φως από μη θερμικές πηγές
light from nonthermal sources
Λεξικό Δέντρο
luminescence
luminesce
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
φωταύγεια, κρύο φως
φωταύγεια, φως από μη θερμικές πηγές
Λεξικό Δέντρο