Loud-mouthed
volume
British pronunciation/lˈaʊdmˈaʊðd/
American pronunciation/lˈaʊdmˈaʊðd/

Ορισμός και Σημασία του "loud-mouthed"

loud-mouthed
01

given to loud offensive talk

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store