LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Lorelei
/lˈɔːleɪ/
/ˈɫɔɹɪˌɫaɪ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "lorelei"
Lorelei
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a Siren of German legend who lured boatmen in the Rhine to destruction
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
lore
lordship
lords-and-ladies
lords temporal
lords spiritual
loren
lorentz
lorentz force
lorenz
lorenz oken
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App