Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
like mad
01
σαν τρελός, σε πλήρη ταχύτητα
very intensely, with great energy, effort, or speed
Παραδείγματα
She was running like mad to catch the bus.
Έτρεχε σαν τρελή για να πιάσει το λεωφορείο.
He worked like mad to finish the project before the deadline.
Δούλεψε σαν τρελός για να ολοκληρώσει το έργο πριν από την προθεσμία.



























